Κυριακή 19 Ιουνίου 2011

Tο Ευαγγέλιο μιλάει ελληνικά!..

Πώς και γιατί ορισμένοι επιθυμούν την κατάργηση του μαθήματος των Θρησκευτικών για να μη γνωρίζουν οι επόμενες γενεές Ελλήνων, ότι το Ευαγγέλιο ήταν γραμμένο στην Ελληνική και «μιλούσε» την Ελληνική Γλώσσα!..


ΠΡΙΝ λίγα χρόνια, όταν ετέθη εις κυκλοφορίαν το βιβλίο μας «Ιησούς Χριστός: Ελληνισμός – Χριστιανισμός» ουδείς ηδύνατο να φαντασθή την εξέλιξιν των εθνικοθρησκευτικών μας πραγμάτων, πέραν κάποιων αοριστολογιών και, ασφαλώς, των βιβλικών προρρήσεων, για τις οποίες (προρρήσεις), όπως ισχυριζόμεθα και εις το παραπάνω βιβλίο μας, πολύ πρίν των Εβραίων προφητών προηγήθησαν οι αρχαίοι Έλληνες προφήτες, οι οποίοι με καταπληκτικήν ακρίβειαν είχαν προβλέψει την Έλευσιν του Ιησού Χριστού στη γή! Είναι γνωστόν, άλλωστε, ότι, για παράδειγμα, η Σίβυλλα η Ερυθραία, σύμφωνα με τον Ευσέβιο Καισαρείας , είχε προφητεύσει επακριβώς την Έλευσιν του Ιησού Χριστού στον πλανήτη μας , αλλά και τό τέλος του κόσμου αυτού δια της ποιητικής ακροστιχίδος: «ΙΗΣΟΥΣ ΧΡ(Ε)ΙΣΤΟΣ ΘΕΟΥ ΥΙΟΣ ΣΩΤΗΡ ΣΤΑΥΡΟΣ». Ο Μέγας Αθανάσιος, που είναι και Πατήρ της Εκκλησίας μας, μέσα εις το σύγγραμμά του «Περί του Ναού (τω αγνώστω Θεώ) και περί των διδασκαλείων, και των θεάτρων των εν Αθήναις», κάμνει συγκλονιστικές αποκαλύψεις για τις προφητείες των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων, που περιλαμβάνουμε στο υπό έκδοσιν βιβλίο μας «Οι Προφητείες του Ελληνισμού», ενώ ακόμη κι αυτός ο Ευαγγελιστής Λουκάς, συγγραφεύς όχι μόνον του τρίτου Ευαγγελίου του Ιησού Χριστού, αλλά και των Πράξεων των Αποστόλων, όπως τουλάχιστον υποστηρίζουμε μέσα στο βιβλίο μας «Ο Παγκόσμιος Έλλην», ήταν ελληνικής καταγωγής!..
Ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός, ακόμη κι αν κάποιοι δεν τον παραδέχονται σαν Θεό, αλλά μονάχα ως άνθρωπο, όχι μόνον έγραφε και μιλούσε ελληνικά, αλλά έφθανε στο σημείο να χρησιμοποιή και λέξεις που δεν υπήρχαν μέσα στην εβραϊκή γραμματεία. Για παράδειγμα θα αναφέρουμε την λέξη: «υποκριταί», που χρησιμοποιούσε για να στηλιτεύη τους γραμματείς και τους Φαρισαίους. Ως γνωστόν, η λέξις αυτή είναι ελληνική και όχι εβραϊκή λέξις, πράγμα που σημαίνει ότι εγνώριζε βαθύτατα την αρχαία ελληνική γραμματεία και ιδίως τις τραγωδίες!..
Για να αντιληφθή ο μέσος αναγνώστης πόσο μεγάλος γνώστης της αρχαίας ελληνικής γραμματείας ήταν ο Χριστός μας, θα του θυμίσουμε την γνωστήν φράσιν: «σκληρόν σοι προς κέντρα λακτίζειν», που ειπώθηκε μεταξύ Αναστάντος Ιησού και Σαούλ –Παύλου (Πράξεις 26, 14 β.). Πού βρίσκουμε, λοιπόν, την φράσιν αυτήν μέσα στην ελληνική γραμματεία;
α) Στον Πίνδαρο : «… ποτί κέντρον δε τοι λακτίζεμεν τελέθει ολισθηρός οίμος» {Πύθια 2, 173-4 (94 εξ.)}.
β) Στον Αισχύλο: «προς κέντρα μη λάκτιζε, μη πταίσας μογής» (Αγαμέμνων, 1624).
γ) Στον Ευριπίδη: «θύοιμι αν αυτώ μάλλον ή θυμούμενος προς κέντρα λακτίζοι μοι θνητός ων θεώ». (Βάκχαι, 795 εξ).
δ) Στον ίδιο τον Ευριπίδη: «προς κέντρα λάκτιζε» (Απόσπασμα 607 (Πελιάδες), στον Στοβαίο (Ανθολόγιο 3, 22).

ΤΙ ΙΣΧΥΡΙΖΕΤΑΙ Ο Γ. ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ !...

Ο σημερινός Πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών και πανελληνίως γνωστός Έλλην Kαθηγητής της Γλωσσολογίας κ Γεώργιος Μπαμπινιώτης, σε ένα άρθρο, που εδημοσίευσε παλιότερα στην εφημερίδα «Το Βήμα» (18 Οκτωβρίου 1998) υπό τον τίτλον: «Το Ευαγγέλιο και η σύγχρονη γλώσσα», επιχειρώντας μία σημασιολογική αναδίφηση σε ορισμένες γνωστές λέξεις της Καινής Διαθήκης, λέει μεταξύ άλλων και τα εξής:
«Έχει παρατηρηθεί ότι η ελληνική γλώσσα, λόγω της μακραίωνης ιστορίας της, προσφέρεται για τη μελέτη της εξέλιξης της γλώσσας στη γραμματική και συντακτική της δομή και κατεξοχήν στις μεταβολές της σημασίας των λέξεων.
Ιδιαίτερα διδακτική είναι η αναδίφηση στη σημασία των λέξεων όπως εμφανίζεται σ' ένα από τα πιο βασικά κείμενα της ελληνιστικής Κοινής, στο κείμενο της Καινής Διαθήκης. Στη γλώσσα των Ευαγγελίων διαπιστώνει κανείς πόσο διαφορετική ήταν η σημασία ορισμένων λέξεων που χρησιμοποιούμε σήμερα στη γλώσσα μας και πώς μεταβάλλονται οι σημασίες των λέξεων της γλώσσας χωρίς να αλλάζει η μορφή τους. Το «σημαίνον» της λέξης παραμένει σχεδόν αμετάβλητο, ενώ αλλάζει το «σημαινόμενον». Αξίζει, νομίζω, να παρακολουθήσουμε το φαινόμενο ανατρέχοντας στη σημασιολογική μεταβολή ορισμένων γνωστών λέξεων.
Ελληνιστής είναι σήμερα ο (ξένος κυρίως) λόγιος που ασχολείται με τα ελληνικά γράμματα (γλώσσα, λογοτεχνία, ιστορία κ.λπ.), παλαιότερα δε ιδίως ο ασχολούμενος με την αρχαία ελληνική γλώσσα και φιλολογία. Ωστόσο, στα χρόνια του Ευαγγελίου ελληνιστής ήταν «ο ελληνόφωνος Εβραίος»: «και παρρησιαζόμενος εν τω ονόματι του Κυρίου Ιησού, ελάλει τε και συνεζήτει προς τους Ελληνιστάς» (Πράξ. Αποστ. 9.30).
Το ρήμα συγκινώ που σήμερα κυρίως σημαίνει «προκαλώ ψυχική διέγερση, συναισθηματική ένταση» βρίσκεται στο Ευαγγέλιο με την κυριολεκτική σημασία του «κάνω να κινηθούν όλα μαζί», άρα «ξεσηκώνω»: (τινές εκ της συναγωγής) συνεκίνησάν τε τον λαόν και τους πρεσβυτέρους και τους γραμματείς, και επιστάντες συνήρπασαν αυτόν [τον Στέφανον] και ήγαγον εις το συνέδριον». (Πράξ. 6.12).
Η λέξη κρίμα χρησιμοποιείται σήμερα με τη σημασία «ευθύνη για μια αδικία που γίνεται εις βάρος κάποιου» (στη φράση «το κρίμα στο λαιμό σου») και επίσης όταν θέλουμε να δηλώσουμε έμμεσα τη συμπάθεια, τη λύπη του ομιλητή για κάτι που συμβαίνει άδικα («κρίμα ! τι κρίμα να πάνε χαμένες προσπάθειες τόσων ετών»). Στην Κοινή του Ευαγγελίου, ωστόσο, βρίσκουμε τη λέξη με την αρχική σημασία της ως παραγώγου του ρήματος κρίνω σημαίνει το αποτέλεσμα του κρίνω, την απόφαση και την πράξη του να κρίνει κανείς, την κρίση: «Ω βάθος πλούτου και σοφίας και γνώσεως Θεού, ως ανεξερεύνητα τα κρίματα αυτού και ανεξιχνίαστοι αι οδοί αυτού» (Επιστ. Ρωμ. 11.33) και «και είπεν ο Ιησούς εις κρίμα εγώ εις τον κόσμον τούτον ήλθον, ίνα οι μη βλέποντες βλέπωσι και οι βλέποντες τυφλοί γένωνται». Η σημερινή σημασία της λέξης («ευθύνη για αδικία») προέρχεται από χρήσεις, όπως «οι κατεσθίοντες [για τους γραμματείς] τας οικίας των χηρών και προφάσει μακρά προσευχόμενοι! ούτοι λήψονται περισσότερον κρίμα».
Η αρχαία λέξη επήρεια «προσβλητική μεταχείριση, κακομεταχείριση» (πιθ. από το ομηρικό αρειή «κακομεταχείριση, βλάβη» ή από το έρις «έριδα») έδωσε το αρχ. επηρεάζω «φέρομαι προσβλητικά, κακομεταχειρίζομαι». Με αυτή τη σημασία βρίσκουμε τη λέξη και στο κείμενο της Καινής Διαθήκης: «αγαπάτε τους εχθρούς υμών, ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς, καλώς ποιείτε τοις μισούσιν υμάς και προσεύχεσθε υπέρ των επηρεαζόντων υμάς και διδασκόντων υμάς» (Ματθ. 5.44). Σήμερα η λέξη πέρασε στη σημασία «κατευθύνω έμμεσα, με τα λόγια ή τις πράξεις μου, τις ενέργειες, τον τρόπο σκέψης, τις αποφάσεις κ.λπ. κάποιου».
Η λέξη καθηγητής, που σημαίνει σήμερα τον διδάσκοντα ένα ειδικό γνωστικό αντικείμενο στην τριτοβάθμια (ΑΕΙ-ΤΕΙ) ή στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, σήμαινε αρχικά (από το καθ-ηγούμαι) «αυτόν που καθοδηγεί, που δείχνει τον δρόμο στους άλλους» και, γενικότερα, «τον οδηγητή, τον καθοδηγητή, τον διδάσκαλο»: «μηδέ κληθήτε καθηγηταί, είς γαρ υμών εστιν ο καθηγητής, ο Χριστός» (Ματθ. 23.10).
Το ρήμα καταγγέλλω χρησιμοποιείται σήμερα με τη σημασία του «αναφέρω δημόσια παράνομες πράξεις, καταφεύγω στο δικαστήριο εναντίον κάποιου». Έχει, δηλ., τη σημασία του «ψέγω, κατηγορώ». Στην αρχαία Ελληνική, το καταγγέλλω σήμαινε «κηρύσσω» (πόλεμο), «αναγγέλλω» γενικά και, λιγότερο, ό,τι και σήμερα («καταγγέλλω την επιβουλήν, τους δεσπότας» κ.λπ.). Στη γλώσσα του Ευαγγελίου το καταγγέλλω χρησιμοποιείται ως εύσημη λέξη για να δηλώσει το «διακηρύσσω, ευαγγελίζομαι, φέρνω σημαντική είδηση». Έτσι ο Παύλος στον λόγο του προς τους Αθηναίους στον Άρειο Πάγο λέει: «Διερχόμενος γαρ και αναθεωρών τα σεβάσματα υμών εύρον και βωμόν εν ω επεγέγραπτο “Αγνώστω Θεώ”, ον ουν αγνοούντες ευσεβείτε, τούτον εγώ καταγγέλλω υμίν» (Πραξ. Αποστ. 17.23-24) και «ήλθον ου καθ' υπεροχήν λόγου ή σοφίας καταγγέλλων υμίν το μαρτύριον του Θεού» (Κορ. Α 2.1). Στο τελευταίο απόσπασμα βρίσκουμε τη λέξη μαρτύριον με τη σημασία της «μαρτυρίας» και, κατ' επέκταση, της «αλήθειας» του Θεού. Ομοίως, στο απόσπασμα: «καθώς το μαρτύριον του Χριστού εβεβαιώθη εν υμίν, ώστε υμάς μη υστερείσθαι εν μηδενί χαρίσματα» (Κορ. Α 2.7). Αργότερα η λέξη μαρτύριο πέρασε στη δήλωση της σωματικής δοκιμασίας, των βασανιστηρίων και του θανάτου ακόμη που υπέστησαν οι μάρτυρες για την πίστη τους, αργότερα και της ψυχικής δοκιμασίας, σημασίες με τις οποίες χρησιμοποιείται η λέξη και σήμερα (σπανιότερα χρησιμοποιείται και με τη σημασία της μαρτυρίας, του τεκμηρίου). Αξίζει να λεχθεί ότι και η ομόρριζη λέξη διαμαρτύρομαι, που αρχικά σήμαινε «επικαλούμαι τους θεούς και τους ανθρώπους ως μάρτυρες (για κάτι που λέω ή που υφίσταμαι)» καιπου ήδη στην αρχαία γλώσσα πέρασε στη σημασία που έχει και σήμερα, στη γλώσσα του Ευαγγελίου βρίσκεται με διαφορειτκή σημασία, του «κηρύσσω, διακηρύσσω, αναγγέλλω, κάνω γνωστό»: «και διδάξαι υμάς δημοσίως και κατ' οίκους διαμαρτυρόμενος Ιουδαίοις τε και Έλλησι [= ειδωλολάτρες] την εις τον Θεόν μετάνοιαν και πίστην την εις τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν» (Πράξ. Αποστ. 20.21).
Αναφέρθηκα δι' ολίγων σε μερικές λέξεις της Καινής Διαθήκης που η σημασία τους διαφέρει από τη σημερινή χρήση τους. Ωστόσο, οι περισσότερες λέξεις του Ευαγγελίου σώζονται με την ίδια ή παραπλήσια σημασία. Ο πατέρας της γλωσσικής επιστήμης στην Ελλάδα, ο Γ. Χατζιδάκις, στη μελέτη του «Περί της ενότητος της ελληνικής γλώσσης» (Επιστ. Επετηρίς Παν/μίου Αθηνών 5, 1908-9, σ. 47-51) έδειξε ότι «εκ των 4.900 περίπου λέξεων της Καινής Διαθήκης σχεδόν αι ημίσειαι, ήτοι λέξεις 2.280, λέγονται και σήμερον έτι εν τη κοινή λαλιά, των δε λοιπών αι πλείσται μεν, 2.260, νοούνται καλώς υπό πάντων των Ελλήνων αναγιγνωσκόμεναι ή ακουόμεναι, ολίγαι δε μόνον, περί τις 400, είναι αληθώς ακατανόητοι υπό του ελληνικού λαού».
Δεν είναι εκπληκτικό να μιλούν οι νέοι σήμερα για πώρωση και πωρωμένους, δηλώνοντας «την τυφλή προσήλωση σε κάτι χωρίς να βλέπει κανείς τίποτε άλλο», και να διαβάζουμε στα κείμενα της Κ. Διαθήκης «εσκοτισμένοι εν τη διανοία, όντες απηλλοτριωμένοι της ζωής του Θεού [...] διά την πώρωσιν της καρδίας αυτών» και «και γνους ο Ιησούς λέγοι αυτοίς τι διαλογίζεσθε ότι άρτους ουκ έχετε; ούπω νοείτε ουδέ συνίετε; ότι πεπωρωμένην έχετε την καρδίαν υμών; οφθαλμούς έχοντες ου βλέπετε, και ώτα έχοντες ουκ ακούετε;» να γίνεται λόγος δηλ. για την τύφλωση και την αδυναμία να δει κανείς την πραγματικότητα ή κάτι άλλο από αυτό που έχει ήδη στο μυαλό του;».

Ερώτημα: «Τι έτι χρείαν έχομεν μαρτύρων» (Ματθ. 26,65) για να πεισθούμε, πλέον, ότι και το Ευαγγέλιο «μιλάει» ελληνικά; Χρειάζεται, λοιπόν, ή όχι το μάθημα των Θρησκευτικών στα ελληνικά σχολεία;
Απάντησις:
--Ασφαλώς, ναι!
--Και τότε γιατί έγιναν τα λεγόμενα «Ευαγγελικά» στο παρελθόν;
--Ας τα εξηγήσουμε:

ΤΑ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΑ»

Έτσι ονομάζονται στη νεότερη ιστορία της Εκκλησίας της Ελλάδας τα αιματηρά γεγονότα που έγιναν στην Αθήνα στις 8 Νοεμβρίου του 1901 με αφορμή τη μετάφραση του Ευαγγελίου στη δημοτική γλώσσα.
Η μετάφραση αυτή έγινε από το λογοτέχνη Αλέξανδρο Πάλλη κι άρχισε να δημοσιεύεται στην εφημερίδα "Ακρόπολις" με τον τίτλο: "Η Νέα Διαθήκη κατά τον αρχαιότατο κώδικα, μεταφρασμένη από τον Αλεξ. Πάλλη". Η μετάφραση των Γραφών στην απλή νεοελληνική γλώσσα είχε επιχειρηθεί και παλιότερα. Το 1901 το Οικουμενικό Πατριαρχείο, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδας και οι φοιτητές της Θεολογίας αποδοκίμασαν τη νέα μετάφραση του Πάλλη. Η κατάσταση οξύνθηκε περισσότερο από το απαντητικό αρθρίδιο της "Ακροπόλεως" προς τους καθηγητές της Θεολογικής σχολής που χαρακτηρίστηκε απ' αυτούς ως υβριστικό. Τότε οι φοιτητές κατέβηκαν σε διαδήλωση. Έσπασαν επιγραφές της "Ακροπόλεως" και του "Άστεως", λιθοβόλησαν τους αστυνομικούς και κάλεσαν το λαό σε συλλαλητήριο. Η ένοπλη σύγκρουση μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομίας που ακολούθησε ήταν αιματηρή. Πέθαναν 8 και τραυματίστηκαν 10.
Τελικά η μετάφραση των Γραφών απαγορεύτηκε με το άρθρο 2 του Συντάγματος του 1911. (1)

ΤΙ ΛΕΕΙ ΤΟ ΣΗΜΕΡΙΝΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Ιδού, λοιπόν, γιατί βλέπουμε το ιερόν πάθος των Ελλήνων να διατηρήσουν αναλλοίωτα τα κείμενα της Αγίας Γραφής και δη των Ευαγγελίων – κάτι που έχει θεσπισθεί άλλωστε και συνταγματικά με το άρθρο 3 παρ. 3 του σημερινού Συντάγματος που ορίζει επακριβώς τα εξής:
«Το κείμενο της Αγίας Γραφής τηρείται αναλλοίωτο. Η επίσημη μετάφρασή του σε άλλο γλωσσικό τύπο απαγορεύεται χωρίς την έγκριση της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ελλάδας και της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας στην Κωνσταντινούπολη».

ΣΗΜΕΙΩΣΗ:

1. Για ένα παρόμοιο λόγο δημιουργήθηκαν και τα λεγόμενα «ΟΡΕΣΤΕΙΑΚΑ» τα αιματηρά επεισόδια, δηλαδή, που έγιναν τον Νοέμβριο του 1903 στην Αθήνα, όταν το Βασιλικό θέατρο ανέβασε την Ορέστεια του Αισχύλου, μεταφρασμένη σε απλή νεοελληνική γλώσσα από τον καθηγητή του πανεπιστημίου Γεώργιο Σωτηριάδη. Ο άκρως συντηρητικός στο ζήτημα της γλώσσας συνάδελφός του Γεώργιος Μιστριώτης ξεσήκωσε τους αφοσιωμένους φοιητητές του της φιλοσοφικής σχολής, οι οποίοι, το βράδυ της 9ης Νοεμβρίου, όταν δινόταν η πρώτη παράσταση, συγκεντρώθηκαν με αναμμένους δαυλούς και πετρέλαιο έξω από το θέατρο, με σκοπό να το πυρπολήσουν. Στις συγκρούσεις που ακολούθησαν με την αστυνομία σκοτώθηκε ένα άτομο και αρκετά άλλα τραυματίστηκαν. Την επόμενη ημέρα παρακολούθησε την παράσταση και ο βασιλιάς Γεώργιος, ο οποίος συγχάρηκε τον διευθυντή του θεάτρου Στέφανο Στεφάνου για την πρωτοβουλία του να προσφέρει ένα αρχαίο δράμα σε γλώσσα καταληπτή από το κοινό, ζήτησε όμως, να ανασταλεί η παράσταση.

sakketosaggelos.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...